Κοινές ευθύνες στο θάνατο τού αυτόχειρα
Λέμε πλέον για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα, «συνεπεία ψυχολογικών προβλημάτων» και αυτομάτως όλα κατανοούνται, από του τυπικού της αποδόσεως εκκλησιαστικής κηδεύσεως έως της αποδοχής του γεγονότος ελαφρά τη καρδία. Δεν είναι τα πράγματα όμως τόσο απλά, και δεν μας επιτρέπεται να τα προσπερνάμε εύκολα γιατί στο ερώτημα τι φταίει; Η απάντηση θα πρέπει να είναι για τον καθένα μας, «εγώ φταίω».
Ναι εγώ φταίω, γιατί σαν γονιός, κατανόησα την γονική αγάπη σαν παροχές χρήμα, άνεση, ασυδοσία.
Ναι εγώ φταίω, γιατί σαν ανάδοχος, δεν έδωσα στον αναδεκτό μου την γνώση της αγάπης, ως το ιδανικό της εν Χριστώ ζωής.
Ναι εγώ φταίω, γιατί σαν δάσκαλος, προσπέρασα το κάθε παιδί σαν μέλος ενός συνόλου που δεν αγάπησα, γιατί το συνέδεσα με την δουλεία μου.
Ναι εγώ φταίω, γιατί σαν παπάς της ενορίας, δεν έκανα τη θεωρία της αγάπης πράξη, ώστε να ξέρω το όνομα του καθενός από το ποίμνιο μου.
Ναι εγώ φταίω, γιατί σαν μέλος της εκκλησίας, του δήμου, της πολιτείας, δεν ενδιαφέρθηκα με αγάπη για τον άλλο, τον ελάχιστο αδελφό του Κυρίου, αλλά πολιτεύτηκα ικανοποιημένος με τα όσα με αξία ή απάτη, με αγώνα ή δόλο, με νομιμότητα ή παράνομα, απέκτησα.
Και τώρα τι; Τουλάχιστον ας φωνάξουμε για όποιον ακούσει ... ελάτε αδέλφια μου να αγαπήσουμε το Θεό και την δημιουργία Του. Να τον αγαπήσουμε μέσ΄ από τα πρόσωπα των ανθρώπων και τη φύση. Και όταν τα λάθη μας, μας σέρνουν μπροστά σε αδιέξοδα, ας μη γονατίσουμε με απόγνωση, ας μην απογοητευτούμε.
Κάποτε μου έλεγε ο πνευματικός των γονιών μου, έφυγε και αυτός και οι αδελφές του για το μοναστήρι πριν τα 20, και φεύγοντας εκείνος απεστέγασε το σπίτι για να μην βρεθεί κανείς σε πειρασμό επιστροφής από την άσκηση, δεν έχει πάει σε τρανά σχολεία αλλά στο πανεπιστήμιο της προσευχής, της υπακοής, της ακτημοσύνης, της μελέτης, σήμερα κοντεύει τα 90, μου έλεγε λοιπόν με την σοφία των ανθρώπων του Θεού, «αδελφέ μου, ο Χριστιανός δεν μπορεί να πέφτει σε απόγνωση γιατί γνώση είναι ο Χριστός, αλλά ούτε να απογοητεύεται γιατί τα παιδιά του Θεού δεν είναι γόητες».
Ας μετανοήσουμε, ας παραδεχθούμε, ας ζήσουμε τις συνέπειες. Δεν είναι λύση ένα όπλο, μια θηλιά, λίγο φαρμάκι. Θα πάω φυλακή, και ο Χριστός μας πήγε. Θα χάσω το σπίτι και το αυτοκίνητο «μου», ε και, δεν τα έφερες μαζί σου όταν γεννήθηκες ούτε θα τα πάρεις μαζί σου όταν πεθάνεις. Θα μείνω χωρίς ρεύμα και τηλέφωνο, μα πριν εκατό μόνο χρόνια, οι άνθρωποι ευτυχούσαν και χωρίς αυτά. Μια μπουκιά ψωμί και μια γουλιά νερό και μπορώ να ζήσω την ζωή που δεν επέλεξα να αποκτήσω αλλά γι' αυτό και δεν μπορώ να σταματήσω.
Βέβαια εγώ που «τρώω», εσύ που καπνίζεις, ο άλλος που «πίνει», είμαστε δυνάμει αυτόχειρες, αλλά προϊόντος του χρόνου, έρχεται ο παιδαγωγός Θεός και παραχωρεί μια ασθένεια, μια δοκιμασία, για να ζήσουμε με μετάνοια την επιστροφή στο χαμένο παράδεισο. Και όσοι θέλουν, με ταπείνωση και υπομονή το επιτυγχάνουν. Όχι όμως, μα ποτέ όχι να ερχόμαστε στο πάσχα του θανάτου με αυτοχειρία, γιατί τότε αυτό το πάσχα, θα είναι κόλαση για νεκρούς και ζωντανούς.
Διαβάσαμε ειδησεογραφικά ότι γονιός αυτοκτόνησε γιατί άνεργος δεν μπορούσε να ικανοποιήσει τις «ανάγκες» των παιδιών του ή άλλος από ντροπή γιατί τον συνέλαβαν να κλέβει «μπλουζάκια» για τα παιδιά του. Μα καλά σ΄ αυτούς τους ανθρώπους δεν τους είπε κάποιος ότι ο Θεός που ταΐζει τα πετεινά του ουρανού και ντύνει τα λουλούδια του αγρού, θα τους έδινε φαγητό και ρούχα μέσω της τοπικής τους εκκλησίας; Ποιος να τους το πει όμως; Εγώ δεν το είπα και ούτε φαντάζομαι και εσύ.
Κάμουμε κηδείες αυτοχείρων, που ντράπηκαν να ζητήσουν βοήθεια από τον γείτονα τους, τα αδέλφια τους, τον παπά τους. Εμπρός λοιπόν ας αρχίσουμε να χτυπάμε πόρτες. Να γνωρίσουμε τους γείτονες μας. Να αφουγκραστούμε την ανάγκη τους. Να μοιραστούμε το ψωμί μας και να τους πούμε - Έλα αδελφέ μου, βγες από το κουστούμι του εγωισμού Σου, εσύ το λες αξιοπρέπεια, μοιράσου το πρόβλημα Σου και «ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται»
Ο Χριστός και η Εκκλησιά υπάρχει, εντάξει για μερικούς ως τόπος "επίγειας καταξίωσης", αλλά για όλους ως ο μοναδικός τόπος σωτηρίας. Έλα με πίστη και αγάπη και πότε δεν θα χάσεις την ελπίδα Σου.
Απομαγνητοφώνηση επικήδειου σε 27χρονο αυτόχειρα
Θέλω να ψάξω να βρω λόγια να πω σ΄ αυτή τη στιγμή. Όμως τι λόγια μπορείς να βρεις όταν είσαι υπεύθυνος γι΄ αυτό το θάνατο; Αν θα πρέπει να ψάξω να βρω ποιος φταίει, θα πω ότι εγώ φταίω.
Εγώ, ο παπάς που κάνω αυτή την κηδεία. Εγώ, γιατί όταν κάποιος σαν εμένα στεφάνωσε τους γονείς σου δεν τους κατήχησε.
Εγώ, γιατί όταν κάποιος σαν εμένα σε βάπτισε και έδωσε την δυνατότητα στον ανάδοχο σου να είναι εκεί δίπλα στη κολυμπήθρα δεν τον κατήχησε.
Εγώ, γιατί όταν ο δάσκαλος σου έκανε θρησκευτικά στο δημοτικό και αργότερα ο καθηγητής στο γυμνάσιο και στο λύκειο, κανείς δεν σε κατήχησε.
Εγώ, γιατί όταν μπήκες στο Πανεπιστήμιο δεν βρήκες μια ομάδα να σε προσεγγίσει με αγάπη Χριστού, ούτε ένα εντεταλμένο κληρικό να σού δείξει τον δρόμο, κανείς δεν σε κατήχησε
Εγώ, γιατί όταν εισήλθες στον εργασιακό σου χώρο και το κράτος προβλέπει την ύπαρξη ενός ιερέα εκεί και εκείνος δεν σε κατήχησε.
Σε τι να σε κατήχηση; Τι ανάγκη έχουμε την κατήχηση; Ο Άνθρωπος διαχειρίζεται τον εαυτό του στα θέλω του και στο εγώ του. Μα αυτό είναι το πρόβλημα μας. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει αγάπη αδερφοί μου! Δεν μας έμαθαν τι σημαίνει αγάπη. Δεν μας είπε κανείς ότι ο Θεός αγάπη εστί, και όλοι ζούμε μέσα στο σκοτάδι του εγωισμού μας και όλοι ζούμε μέσα στο σκοτάδι της ιδιοκτησίας μας, ο πατέρας μου, το παιδί μου, η γυναίκα μου ... Όλα είναι δικά μας! Μα τίποτα δεν μας ανήκει.
Ακούσαμε τον Απόστολο Παύλο πριν από λίγο να λέει: Εμείς δεν είμαστε σαν τους άλλους που δεν έχουν ελπίδα. Και ποιοι είμαστε εμείς; Είμαστε εμείς που σήμερα συγκεντρωθήκαμε δίπλα και γύρω από τη σωρό ενός νέου ανθρώπου, για να κάνουμε τι; Να προσευχηθούμε στο Θεό; Να δηλώσουμε στο Θεό την αγάπη μας για εκείνον που έφυγε έτσι από αυτό τον κόσμο; Δεν ξέρω αν το κάναμε και αν κάποιος από μας, προσευχήθηκε τούτη την ώρα. Ακόμα και μείς οι παπάδες και οι ψάλτες που λέμε τα λόγια που οι Άγιοι πατέρες έγραψαν δεν ξέρω αν τα νοιώσαμε στη καρδιά μας ως προσευχή και αν καταλάβαμε τι λέγαμε. Γιατί αν αδελφοί μου καταλαβαίναμε ποιος είναι ο Θεός της αγάπης, η ζωή αυτή η οποία είναι η τιμωρία του ανθρώπου, δεν θα ήτανε τόσο σκοτεινή και τόσο δύσκολη.
Ίσως θα έπρεπε να βρω λόγια παρηγοριάς για τους γονείς σου αλλά εγώ γίνομαι σκληρός. Ίσως θα έπρεπε να βρω λόγια κατανόησης για σένα αλλά εγώ συνεχίζω να είμαι σκληρός. Ίσως να θέλω να προκαλέσω το Θεό να μας λυπηθεί, όλους εμάς τους άλλους, γιατί δεν σε βάλαμε να κάνεις τον διαχωρισμό μεταξύ αγάπης και εγωισμού.
Αδελφέ μου έπρεπε να σε γνωρίσω λίγες μέρες νωρίτερα όμως σε γνωρίζω σήμερα. Και γι αυτό φταίω εγώ. Φταίει ο καθένας μας. Φταίει ποιος; ... Ο άνθρωπος που έκανε τον εαυτό του όχι αυτό που λέει το όνομα του, κοιτώ ψηλά (άνω θρώσκω) αλλά έκανε τον εαυτό του λάσπη μέσα στη σκοτεινιά του εγωισμού.
Τι λόγια είναι αυτά που λέω; και γιατί τα λέω; και τι σημαίνουν όλα αυτά που λέω; και τι θα ωφελήσουν αυτά που λέω; Τίποτα δεν θα ωφελήσουν κανέναν, αν όλοι μας δεν βρούμε την ελπίδα μέσα από την πίστη και ζήσουμε την αγάπη.
Θα μας προκαλέσει σε λίγο η εκκλησία με τρείς λέξεις, με μία φράση. Μια φράση γλυκιά. Να πούμε «αιωνία η μνήμη» για τον αδελφό μας. Μέσα σε αυτές τις τρεις λέξεις υπάρχει αυτή η πρόκληση που κανένας μας, μα κανένας μας δεν την ζει στην αλήθεια. Είναι πρόκληση προσευχής στο αύριο, για τον αδελφό. Έχουμε μάθει στη προσευχή μας να είμαστε συναλλακτικοί και να λέμε στο Χριστό και στη Παναγιά πάρε πέντε δακτυλίδια και δώσε μου αυτό που θέλω. Αλλά δεν έχουμε μάθει να λέμε στο Θεό ευχαριστώ για αυτό που έχουμε. Δεν έχουμε μάθει να λέμε στο Θεό με ταπείνωση έκανα λάθος! Δεν έχουμε μάθει να λέμε στο Θεό, αδέρφια μου σώστε με.
Τούτη την ώρα λοιπόν προκεκλημένοι από το θάνατο του αδελφού ας δώσουμε αυτή την υπόσχεση ουσιαστικά για εκείνον και όχι μετά από σαράντα μέρες και ένα χρόνο όταν θα κτυπήσουν τα τηλέφωνα, «είναι η επέτειος» να ξαναθυμηθούμε το αδελφό. Αλλά να τον θυμόμαστε σε κάθε ώρα προσευχής. Και η ώρα προσευχής του καθενός μας, είναι κάθε του αναπνοή και να λέμε στο Θεό όπως τώρα πριν λίγο, είπαμε ελέησον ημάς, μιλήσαμε στο Θεό για μας. Την ώρα της κηδεία μιλήσαμε στο Θεό για τους εαυτούς μας. «Ελέησον ημάς ο Θεός» και στη συνέχεια «ανάπαυσον το δούλο σου». Έτσι πάντοτε να μιλάμε στο αύριο. Ποιο αύριο; Στο αμέσως μετά για τον αδελφό στο Θεό πριν από μας να τον ελεήσει ο Θεός, να του δώσει τη συγχώρεση και να δώσει και παρηγοριά στους δικούς του, στους γονείς του, στα αδέρφια του, στους φίλους του και να δώσει συγχωρέσει και έλεος σε μένα που φταίω γι αυτό τον θάνατο. Ναι αδελφοί μου, εγώ φταίω. Και αν δεν το κατανοήσουμε αυτό θα έρθουν και άλλοι τέτοιοι θάνατοι. Ας δώσουμε υπόσχεση μπροστά στη σορό του αδελφού, πως ο καθένας μας θα αλλάξει. Και το «εγώ» θα το κάνει αγάπη. Αγάπη με αφορμή το αδελφό. Αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε και αείμνηστε αδερφέ υμών.
Πρεσβύτερος Σεραφείμ Δημητρίου, Αρχιμανδρίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου