Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Η ανάμνηση του σ’ αγαπώ…

by


Σ’ αγαπώ. Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η σκέψη. Με την ανάγκη δηλαδή να εκφράσει η ψυχή μου αυτό το σ’ αγαπώ που κατακλύζει κάθε γωνιά της. Παράλληλα οι σκέψεις μου μπερδεύονταν.
Θυμήθηκα εκείνο το βράδυ που κάτω από το Αυγουστιάτικο φεγγάρι μου έπιασες τα χέρια και κοίταξες στα μάτια μου τόσο βαθιά όσο ποτέ ξανά. Σαν να έψαχνες μέσα τους την αιτία. Σαν να αναζητούσες την αφορμή. Δεν βρήκες τίποτα, λογικό.
Δεν υπήρχε ούτε αιτία, ούτε αφορμή. Άλλωστε πότε μια αγάπη τελειώνει λογικά; Ας μην μιλώ όμως για αγάπη το έχουν κάνει τόσοι άλλοι. Ας μιλήσω για την αγάπη μας που δεν το έκανε άλλος κανείς.
Δεν χρειάστηκε να πούμε πολλά εκείνη την βραδιά. Η παγωνιά στα χέρια σου πυροδότησε μια σιωπή που ισοπέδωσε τα πάντα στο πέρασμα της. Αν δεν μου κράταγες τα χέρια θα είχα καθίσει κάτω και θα έβαζα τα δάχτυλα στα αυτιά μου, σαν παιδί που μόλις του πήραν κάτι αγαπημένο.
Σ’ αγαπώ και αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Κανένα τέλος δεν είναι ικανό να αλλάξει τα αισθήματα μου. Αλλά είναι περίεργο βλέπεις να αντιμετωπίζεις ένα κομμάτι της ζωής σου ως ανάμνηση. Δεν θα πω άλλα, θα κλείσω με μια φράση του Γκιμπράν που η απόφαση σου μου έμαθε να λατρεύω «Σηκωθήκαμε κ αποχαιρετιστήκαμε, αλλά η αγάπη κ η απελπισία στέκονταν ανάμεσά μας σα δυο φαντάσματα, που το ένα έκλαιγε κ το άλλο σάρκαζε φριχτά».

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο ~ Λυδία Σέρβου

Δευτέρα, 23 Ιουνίου 2014

Προσκλητήριο




Πέρα στον κάμπο ακούστηκε προσκλητήριο από μια φωνή απόκοσμη και μαγευτική που είχε το σχήμα των αλεξανδρινών ή του ηλιοτρόπιου, του Πηνειού ή του Όλυμπου και ύστερα από μια φωνή άλλη που έμοιαζε με σταγόνα τεράστια νερού που πέφτει στο ποτάμι ή στη θάλασσα, στις ρημαγμένες ή έρημες πόλεις. Ο πολυπράγμων κορυδαλλός, της μέρας ο αγγελιοφόρος, ρούφηξε λαίμαργα τις κρεμασμένες στα φύλλα του σφένδαμου ασημένιες νυχτερινές σταγόνες δροσιάς. Ανάλαφρα πήδηξε από κλαδί σε κλαδί κι ύστερα χάθηκε.

Πίσω απ' τους θάμνους κρύφτηκαν της νύχτας οι σιωπές. Οι ρέουσες βροχές των υψηλών ονείρων, ξαφνικά, σταμάτησαν. Οι αιχμηρές ακίδες της ελπίδας, την απόγνωση κρατώντας παραμάσχαλα, έκαναν θόρυβο μεγάλο καθώς χάνονταν στο άνοιγμα μιας χαράδρας βαθιάς και ζοφερής. Πίσω απ' τις ξερολιθιές και τις πεζούλες κροτάλιζαν, σαν το σφυρί πάνω στο αμόνι, οι πρώτες σφαίρες του διχασμού. Τα παιδιά κάτω στον κάμπο ρολόγια φόρεσαν με μαύρους δείχτες. Χάσμα βαραθρώδες, άβυσσος τα χώριζε στα δυο. Στις βαθυπράσινες και βουερές πλαγιές των γύρω βουνών τριγύριζε ο θάνατος. Πάνε μέρες πολλές που, υπομονετικά υφαίνοντας το σκοτεινό του δίχτυ, παραμόνευε.

Όταν η μέρα για τα καλά έφεξε το πορφυρό του ήλιου άρμα ζέστανε για τα καλά το χώμα το ποτισμένο από αίμα φρεσκοχυμένο. Το καλοκαίρι τούτο από χέρια αδερφικά θερίστηκε. Οι καβαλάρηδες οι δίχως άλογα, οι ρίχνοντες πέτρες σε νερά λιμνάζοντα, πρώτα στα στάχυα πάνω χόρεψαν κι έπειτα για πάντα αποκοιμήθηκαν κάτω απ' τον απόηχο των όπλων. Γίνηκε τότε στον κάμπο σύναξη νεκρών με φρύδια δασύτριχα πάν' από μάτια σφαλιστά, με ρωμαλέες ασάλευτες ρυτίδες, με στόματα αφανισμένα απ' ανάσες δηλητηριασμένες. Μετά το μακελειό, τα ουρλιαχτά και οι σπαρακτικές κραυγές των μαυροφορεμένων γυναικών ουρανό και γη έσεισαν. Ο αγέρας θρηνούσε κι αυτός.  Έκλαιγε γοερά πάνω απ' τους στο χώμα πεσμένους. Τα δάκρυά του ως σκόνη πηχτή σκέπασαν τους αγροτόδρομους, τους φράχτες τους συρμάτινους, τις στέγες, τ’ αγριόχορτα των θερισμένων χωραφιών. Οι αετοί καρφώθηκαν στα δέντρα. Τσακάλια γέμισαν τον κάμπο και όρνια αρπαχτικά. Η προδοσία μαύρος καπνός έγινε και σκέπασε τα σπίτια τα καμένα. Ο ψυχρός θάνατος, με πρόσωπο μακελάρη φοβερού, ορθός μετρούσε κουφάρια με χαίνουσες πληγές. Στα πόδια του δίπλα στέκονταν λύκοι με μάτια εξαγριωμένα και κόκκινα, με δόντια ως λεπίδες μυτερά έτοιμοι να καταβροχθίσουν ότι από άνθρωπο απέμεινε. Στις ρίζες των δέντρων κούρνιαζαν κυοφορούσες οχιές και φονικές λεπίδες. Ο ήλιος την πορεία του συνεχίζοντας ξάκριζε τις σκιές των νεκρών καθώς το μεσημέρι κοντοζύγωνε...








Πανδημία


Η ευτυχία, ένα έμβρυο νεκρό στην κοιλιά του τέρατος. Σάπιο και επιθετικό, μάστιγα πραγματική το αποσυντεθημένο της ευτυχίας έμβρυο. Ιοί μολυσματικοί τα συναισθήματα. Πρέπει γρήγορα να καταπολεμηθούν, μη και το κακό εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα. Μετά το τσίμπημα των συναισθημάτων, τα παράσιτα στον οργανισμό εισέρχονται. Η άμυνα με ειδικούς μηχανισμούς παρακάμπτεται. Εάν τελικά ο οργανισμός το νόσημα δεν καταφέρει ν’ αντιμετωπίσει, εάν η κατάλληλη θεραπεία δεν βρεθεί τότε για το μολυσμένο άνθρωπο το μοιραίο θα επέρχεται.
Πυρετός στα εργαστήρια του τρόμου. Της ανοσίας το εμβόλιο πρέπει να βρεθεί αντί θυσίας πάσης. Όμως, όσο και αν οι ειδικοί προσπαθούν οι έρευνες μάταιες αποβαίνουν. Τα κέντρα των αποφάσεων είπαν πως κινδυνεύουμε άμεσα απ’ των ιών την εξάπλωση. Πως όσοι δεν αυτοθεραπευθούν θα θανατώνονται άμεσα, είπαν. Τάφοι ομαδικοί για τους νοσούντες ελέω θεών σαρκοφάγων ανοίχτηκαν. Τα πάντα τέθηκαν σε εφαρμογή ως μέρος των σχεδίων ετοιμότητας. Σχέδια προμελετημένα. Αποτελέσματα άμεσα.
Δημιουργήθηκαν ειδικές δυνάμεις ασφαλείας εναντίον εκείνων που προσπαθώντας να διαφύγουν στις εντολές δεν υπάκουσαν. Η γη σκάφτηκε. Τα σχέδια εκτελέσθηκαν πάραυτα. Οι φονευθέντες χιλιάδες. Απ' των συναισθημάτων τους ιούς και τους χρόνιους φορείς τους απαλλάχθηκε ο τόπος. Κρανία και οστά και λωρίδες ξεφτισμένων υφασμάτων εμποτισμένων μ' αίμα ιικό σε τάφους αναπαύθηκαν ομαδικούς. Από ανατολάς έως δυσμάς διάσπαρτοι οι τάφοι. Βρίσκονται παντού. Σε δρόμους δίπλα, κάτω από κτήρια, μέσα σε χωματερές, κάτω από πλατείες και παιδικές χαρές, μέσα σε σχολεία πανεπιστήμια και θέατρα. Παντού. Οι ελάχιστοι εναπομείναντες ράφτηκαν ζωντανοί μέσα σε κοιλιές νεκρών αγελάδων. Το σχέδιο εστέφθει υπό πλήρη επιτυχία. Τα συναισθήματα ολοσχερώς καταστράφηκαν. Τα κέντρα των αποφάσεων, και αυτήν τη φορά, έδρασαν επιτυχώς. Στης νεκρόπολης τον τόπο συναισθήματα έπαψαν να υπάρχουν.

Στου αφανισμού τον καιρό. Πίσω από τα πρόσωπα πρέπει να κοιτάς. Τα πάντα συμβαίνουν πίσω από τα πρόσωπα. Τις εντάσεις τις υπόγειες, τις μάχες τις εσωτερικές εκεί τις βλέπεις. Τις κάποτε δοσμένες λιπόψυχα και ηττημένες εξ αρχής. Ένας θίασος γελωτοποιών κι άλλοτε τιμωρών τα πρόσωπα. Την εντυπωσιακή ασυμμετρία. Τη βίαιη φύση βλέπεις του εγκλωβισμένου ανθρώπου, αυτού που υπέκυψε στην εκβιαστική αιχμαλωσία του απειλητικού τέρατος. Το τέρας νίκησε. Το τέρας το ανίκητο θα νικηθεί. Από τούτα τ' αφανισμένα κι εκβιαστικά αιχμαλωτισμένα νεκρά πρόσωπα, να είσαι σίγουρος, κάποια μέρα το τέρας θα νικηθεί.